- Ἁλικαρνασσόθεν
- Ἁλικαρνασσόθενfrom Halicarnassusindeclform (adverb)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αλικαρνασσόθεν — ἁλικαρνασσόθεν επίρρ. (Α) από την Αλικαρνασσό. [ΕΤΥΜΟΛ. < Ἁλικαρνασσὸς + κατάλ. επιρρ. θεν] … Dictionary of Greek